Предупредить στα ελληνικά
Μετάφραση: предупредить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γνωστοποιώ, προειδοποιώ, ειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιεί, προειδοποιήσω
Μεταφράσεις
- биофизик στα ελληνικά - βιοφυσικός, βιοφυσικό, βιοφυσικούς, η βιοφυσικός, ο βιοφυσικός
- валять στα ελληνικά - εργοστάσιο, ανατροπή, κύλινδρος, αλέθω, κυλώ, μύλος, ψωμάκι, ...
- вынос στα ελληνικά - απώλεια, απώλειας, ζημία, την απώλεια, ζημίας
- донашиваться στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, φοράει, φορά, φθείρεται, φθείρει, εξασθενεί
Τυχαίες λέξεις
Предупредить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γνωστοποιώ, προειδοποιώ, ειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιεί, προειδοποιήσω
Μεταφράσεις: γνωστοποιώ, προειδοποιώ, ειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιεί, προειδοποιήσω