Преклоняться στα ελληνικά
Μετάφραση: преклоняться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιόγκος, λατρεία, λατρεύω, τόξο, κόμπος, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адъютант στα ελληνικά - υπασπιστής, υπασπιστή, υπασπιστής του, ο υπασπιστής, τον υπασπιστή
- взлетать στα ελληνικά - ρόκα, κοκκινίζω, ρουκέτα, πύραυλος, παίρνω, εκτοξεύομαι
- взяточник στα ελληνικά - εμβολιαστής, δωρολήπτης
- выходец στα ελληνικά - μετανάστης, υιός, καμάρι, γιός, γιος, γιο, ο γιος
Τυχαίες λέξεις
Преклоняться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιόγκος, λατρεία, λατρεύω, τόξο, κόμπος, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας
Μεταφράσεις: φιόγκος, λατρεία, λατρεύω, τόξο, κόμπος, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας