Пренебрегающий στα ελληνικά

Μετάφραση: пренебрегающий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράτολμος, ατάσθαλος, απερίσκεπτος, ριψοκίνδυνος, απερίσκεπτη, αλόγιστες, απερίσκεπτο
Пренебрегающий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аметистовый στα ελληνικά - αμέθυστος, αμέθυστο, αμέθυστου
  • гигиенист στα ελληνικά - υγιεινολόγος, υγιεινολόγο, ο υγιεινολόγος, υγειονολόγο, υγιεινολόγου
  • гипотетически στα ελληνικά - θεωρητικά, θεωρητικώς, θεωρητικά να, θεωρητική
  • гноиться στα ελληνικά - υπόθεση, ύλη, θέμα, νοιάζομαι, κρυφοκαίω, κακοφορμίζω, εμπυάζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Пренебрегающий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράτολμος, ατάσθαλος, απερίσκεπτος, ριψοκίνδυνος, απερίσκεπτη, αλόγιστες, απερίσκεπτο