Приклеить στα ελληνικά

Μετάφραση: приклеить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χώνω, κόλλα, κολλώ, πάστα, πάστας, Επικόλληση, πολτό
Приклеить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • белизна στα ελληνικά - λευκό, λινός, άσπρος, κλινοσκεπάσματα, λευκός, λευκή, άσπρο, ...
  • былой στα ελληνικά - παρελθόν, πρώην, περασμένος, πρότερον, πάλαι ποτέ, τον πρώην
  • вздувшийся στα ελληνικά - περήφανος, καμαρωτός, πρησμένος, πρησμένο, πρησμένα, διογκωμένων, πρησμένοι
  • джозеф στα ελληνικά - Ιωσήφ, Joseph, Τζόζεφ, ο Ιωσήφ, Ο Joseph
Τυχαίες λέξεις
Приклеить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χώνω, κόλλα, κολλώ, πάστα, πάστας, Επικόλληση, πολτό