Прикол στα ελληνικά
Μετάφραση: прикол, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταχυδρομώ, δοκάρι, πόστο, αστείο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аудиенция στα ελληνικά - ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
- аэронавигация στα ελληνικά - ναυτιλία, πλοήγηση, πλοήγησης, ναυσιπλοΐας, ναυσιπλοΐα, την πλοήγηση
- бекар στα ελληνικά - Bekar
- гравиметрический στα ελληνικά - σταθμική, σταθμικής, βαρυμετρική, βαρυμετρικό, βαρομετρική
Τυχαίες λέξεις
Прикол στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταχυδρομώ, δοκάρι, πόστο, αστείο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
Μεταφράσεις: ταχυδρομώ, δοκάρι, πόστο, αστείο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο