Приплюснуть στα ελληνικά
Μετάφραση: приплюснуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аметист στα ελληνικά - αμέθυστος, αμέθυστο, αμέθυστου
- грязь στα ελληνικά - λούτσα, λιπαντικό, λεκιάζω, λιμνούλα, μαγαρίζω, μουρνταριά, βρομιά, ...
- дисковод στα ελληνικά - οδηγώ, αυτοκίνητο, δίσκο, δίσκου, κίνησης, μονάδα
- дружок στα ελληνικά - φιλαράκος, φίλος, φίλο, το φίλο, ο φίλος, τον φίλο
Τυχαίες λέξεις
Приплюснуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση