Приподнятый στα ελληνικά
Μετάφραση: приподнятый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψηλός, υπερόπτης, αυξημένα, αυξημένη, αυξημένες, υψηλές, ανυψωμένη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- битуминозный στα ελληνικά - ασφαλτούχα, ασφαλτικά, ασφαλτούχων, ασφαλτούχου, ασφαλτικών
- всенародно στα ελληνικά - ευρέως, γενικά, λαό, είναι ευρέως, λαό που
- детрит στα ελληνικά - τρίμματα, συντρίμμια, θρύμματα, συντρίμματα, θραύσματα τροφής
- длинношерстный στα ελληνικά - μακρυμάλλης, μακριά μαλλιά, μακρυμάλλη, μακρύ τρίχωμα, μακρυμάλλες
Τυχαίες λέξεις
Приподнятый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψηλός, υπερόπτης, αυξημένα, αυξημένη, αυξημένες, υψηλές, ανυψωμένη
Μεταφράσεις: ψηλός, υπερόπτης, αυξημένα, αυξημένη, αυξημένες, υψηλές, ανυψωμένη