Прогнивший στα ελληνικά
Μετάφραση: прогнивший, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαπισμένος, σαθρός, χάλια, σαπρός, σάπιος, σάπιο, σάπια, σάπιου, τα σάπια
Μεταφράσεις
- бойня στα ελληνικά - σφαγή, πελεκώ, μακελειό, ολοκαύτωμα, σφαγείο, σφαγείου, σφαγείων, ...
- быть στα ελληνικά - ανήκω, βροχή, εμπλέκω, συμβαίνω, κείμαι, εορτάζω, χρωστώ, ...
- вершок στα ελληνικά - κρέμα, ίντσα, ιντσών, ίντσες, ίντσας, inch
- вредность στα ελληνικά - insalubrity
Τυχαίες λέξεις
Прогнивший στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαπισμένος, σαθρός, χάλια, σαπρός, σάπιος, σάπιο, σάπια, σάπιου, τα σάπια
Μεταφράσεις: σαπισμένος, σαθρός, χάλια, σαπρός, σάπιος, σάπιο, σάπια, σάπιου, τα σάπια