Прогнуться στα ελληνικά
Μετάφραση: прогнуться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέρνω, βουλιάζω, σκύβω, καμπυλώνεται, κρεμάω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- альтернативный στα ελληνικά - εναλλακτική λύση, εναλλακτικός, εναλλακτική, εναλλακτικές, εναλλακτικών
- безмятежность στα ελληνικά - γαλήνη, ηρεμία, ησυχασμός, ηρεμίας, γαλήνης, την ηρεμία
- вымышлять στα ελληνικά - επινοώ, εφευρίσκω, εφεύρει, εφεύρουν, εφεύρουμε, εφευρίσκουν
- заводоуправление στα ελληνικά - εργοστάσιο, διαχείριση του εργοστασίου, εργοστάσιο διαχείρισης, τη διαχείριση του εργοστασίου, διοίκηση του εργοστασίου, διαχείριση των εργοστασίων
Τυχαίες λέξεις
Прогнуться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέρνω, βουλιάζω, σκύβω, καμπυλώνεται, κρεμάω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Μεταφράσεις: γέρνω, βουλιάζω, σκύβω, καμπυλώνεται, κρεμάω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής