Продолжение στα ελληνικά
Μετάφραση: продолжение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επέκταση, προέκταση, πιάτο, συνέχεια, πλεύση, επιμήκυνση, έκταση, συνέχιση, συνέχισης, διατήρηση, τη συνέχιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бишоп στα ελληνικά - επίσκοπος, επισκόπου, επίσκοπο, Bishop, ο Επίσκοπος
- воинственность στα ελληνικά - μαχητικότητα, μαχητικότητας, Η αγωνιστικότητα, Η αγωνιστικότητα της, αγωνιστικότητα της
- гортань στα ελληνικά - λαιμός, λάρυγγας, λάρυγγα, του λάρυγγα, λάρυγγος, το λάρυγγα
- гремящий στα ελληνικά - αντηχεί, αντηχούν
Τυχαίες λέξεις
Продолжение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επέκταση, προέκταση, πιάτο, συνέχεια, πλεύση, επιμήκυνση, έκταση, συνέχιση, συνέχισης, διατήρηση, τη συνέχιση
Μεταφράσεις: επέκταση, προέκταση, πιάτο, συνέχεια, πλεύση, επιμήκυνση, έκταση, συνέχιση, συνέχισης, διατήρηση, τη συνέχιση