Промежуток στα ελληνικά

Μετάφραση: промежуток, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπιθαμή, κενό, χάσμα, πέφτω, απόσταση, παραδρομή, διάλειμμα, διάστημα, χώρος, χάσματος, διάκενο, διαφορά
Промежуток στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • авиапушка στα ελληνικά - κανόνια, πυροβόλα, τα κανόνια, κανονιών
  • выборочный στα ελληνικά - επιλεκτικός, εκλεκτικός, επιλεκτική, επιλεκτικής, επιλεκτικό, εκλεκτική
  • головотяп στα ελληνικά - ατζαμής, κακοτέχνης, άτσαλος, αδέξιος κατασκευαστής, αδέξιος
  • деревня στα ελληνικά - εξοχή, χωριό, πατρίδα, οικισμός, χώρα, χωριού, village, ...
Τυχαίες λέξεις
Промежуток στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπιθαμή, κενό, χάσμα, πέφτω, απόσταση, παραδρομή, διάλειμμα, διάστημα, χώρος, χάσματος, διάκενο, διαφορά