Промежуточный στα ελληνικά
Μετάφραση: промежуточный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νεκρό, ουδέτερος, μεσαίος, μεσάζων, μέσον, μέτριος, ενδιάμεσος, μεσίτης, ενδιάμεσο, ενδιάμεση, ενδιάμεσου, ενδιαμέσου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выдвинуть στα ελληνικά - σαλεύω, σπρώξιμο, σπρώχνω, προωθώ, μετακομίζω, εξέχω, προάγω, ...
- горловой στα ελληνικά - λαρυγγικός, τραχύς, βραχνός, λαρύγγι, βραχνή
- дряхлость στα ελληνικά - έσχατο γήρας, εξασθένησή, την εξασθένησή, εξασθένηση, εξασθένησης
- дурочка στα ελληνικά - ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους, βλάκας
Τυχαίες λέξεις
Промежуточный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νεκρό, ουδέτερος, μεσαίος, μεσάζων, μέσον, μέτριος, ενδιάμεσος, μεσίτης, ενδιάμεσο, ενδιάμεση, ενδιάμεσου, ενδιαμέσου
Μεταφράσεις: νεκρό, ουδέτερος, μεσαίος, μεσάζων, μέσον, μέτριος, ενδιάμεσος, μεσίτης, ενδιάμεσο, ενδιάμεση, ενδιάμεσου, ενδιαμέσου