Просека στα ελληνικά
Μετάφραση: просека, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονοπάτι, ιππεύω, διαδρομή, ορίζοντας, ατραξιόν, βόλτα, οδηγώ, ξέφωτο, Glade, το Glade, του Glade, ξέφωτο του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- властность στα ελληνικά - αυταρχικότητα, δεσποτισμός
- градуировка στα ελληνικά - αποφοίτηση, αποφοίτησή, την αποφοίτησή, την αποφοίτηση, βαθμολόγηση
- гувернантка-француженка στα ελληνικά - δεσποινίς, Mademoiselle, Mademoiselle του, Δεσποινίδα
- дактилический στα ελληνικά - δακτυλικός, δακτυλικοί, δακτυλικό, δακτυλικού, δακτυλική
Τυχαίες λέξεις
Просека στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονοπάτι, ιππεύω, διαδρομή, ορίζοντας, ατραξιόν, βόλτα, οδηγώ, ξέφωτο, Glade, το Glade, του Glade, ξέφωτο του
Μεταφράσεις: μονοπάτι, ιππεύω, διαδρομή, ορίζοντας, ατραξιόν, βόλτα, οδηγώ, ξέφωτο, Glade, το Glade, του Glade, ξέφωτο του