Просыхать στα ελληνικά
Μετάφραση: просыхать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στεγνός, ξηρός, να στεγνώσει, να εκδηλωθεί ξηρότητα, να εκδηλωθεί ξηρότητα στο, να είναι ξηρή, εκδηλωθεί ξηρότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- балансер στα ελληνικά - ισορροπιστής, κατανεμητής, εξισορρόπησης του, balancer, αντίβαρο εξισορρόπησης
- балансировать στα ελληνικά - πλάστιγγα, ισοζύγιο, αντίβαρο, ζυγαριά, ισορροπία, υπόλοιπο, ισορροπίας, ...
- деликатес στα ελληνικά - λιχουδιά, λεπτότητα, έδεσμα, λιχουδιάς, ευαισθησία
- дурь στα ελληνικά - βλακείες, ανοησίες, τρέλα, ανοησία, αφροσύνη, τρέλας, μωρία
Τυχαίες λέξεις
Просыхать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στεγνός, ξηρός, να στεγνώσει, να εκδηλωθεί ξηρότητα, να εκδηλωθεί ξηρότητα στο, να είναι ξηρή, εκδηλωθεί ξηρότητα
Μεταφράσεις: στεγνός, ξηρός, να στεγνώσει, να εκδηλωθεί ξηρότητα, να εκδηλωθεί ξηρότητα στο, να είναι ξηρή, εκδηλωθεί ξηρότητα