Прочищать στα ελληνικά
Μετάφραση: прочищать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκδηλος, διαυγής, χτενίζω, ελευθερώνω, τρίβω, εναργής, καθαρτικό, καθαρισμού, εξαέρωσης, εκκαθάριση, κάθαρσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аллюзия στα ελληνικά - νύξη, υποδηλώνω, υπαινιγμός, στέκα, υπαινιγμό, υπαινιγμούς, συνειρμός
- братец στα ελληνικά - ζευγαρώνω, αγαπητός, αδερφός, αδελφός, ταίρι, φιλαράκος, φίλος, ...
- брюнетка στα ελληνικά - μελαχροινή, μελαχρινή, brunette, μελαχρινή που, καστανή
- выделка στα ελληνικά - άρθρο, κατασκευάζω, σάλτσα, ντύσιμο, επιδέσμου, dressing, επίδεσμος
Τυχαίες λέξεις
Прочищать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκδηλος, διαυγής, χτενίζω, ελευθερώνω, τρίβω, εναργής, καθαρτικό, καθαρισμού, εξαέρωσης, εκκαθάριση, κάθαρσης
Μεταφράσεις: έκδηλος, διαυγής, χτενίζω, ελευθερώνω, τρίβω, εναργής, καθαρτικό, καθαρισμού, εξαέρωσης, εκκαθάριση, κάθαρσης