Прочный στα ελληνικά
Μετάφραση: прочный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκληροτράχηλος, στάβλος, ήχος, δύσκολος, δυναμικός, συμπαγής, συνεπής, μόνιμος, δυνατός, διαρκής, στενός, αξιόπιστος, γρήγορα, φερέγγυος, επίμονος, ακλόνητος, ανθεκτικός, ανθεκτικό, ανθεκτικά, ανθεκτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аннотация στα ελληνικά - υποσημείωση, περίληψη, σχολιασμός, αφηρημένο, αφηρημένη, αφηρημένα, αφηρημένες
- должник στα ελληνικά - δανειζόμενος, οφειλέτης, οφειλέτη, του οφειλέτη, χρεώστη, υπόχρεος
- доползать στα ελληνικά - μπουσουλάω, σύρσιμο, σύρομαι, dopolzaet
- дымка στα ελληνικά - γάζα, καταχνιά, πούσι, αχλή, ομίχλη, θολότητα, θολώματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Прочный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκληροτράχηλος, στάβλος, ήχος, δύσκολος, δυναμικός, συμπαγής, συνεπής, μόνιμος, δυνατός, διαρκής, στενός, αξιόπιστος, γρήγορα, φερέγγυος, επίμονος, ακλόνητος, ανθεκτικός, ανθεκτικό, ανθεκτικά, ανθεκτική
Μεταφράσεις: σκληροτράχηλος, στάβλος, ήχος, δύσκολος, δυναμικός, συμπαγής, συνεπής, μόνιμος, δυνατός, διαρκής, στενός, αξιόπιστος, γρήγορα, φερέγγυος, επίμονος, ακλόνητος, ανθεκτικός, ανθεκτικό, ανθεκτικά, ανθεκτική