Прыткий στα ελληνικά
Μετάφραση: прыткий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρήγορος, γοργός, σβέλτος, ζωηρός, γρήγορα, εύστροφος, ωθώ, υποκινώ, γρήγορη, γρήγορο, γρήγορες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безукоризненный στα ελληνικά - τέλειος, άμεμπτος, ανοξείδωτος, άχραντος, τελειοποιώ, άψογος, αλάθητος, ...
- бескрылый στα ελληνικά - άπτερος, wingless, άπτεραι, χωρίς φτερά, άπτερα
- быть στα ελληνικά - ανήκω, βροχή, εμπλέκω, συμβαίνω, κείμαι, εορτάζω, χρωστώ, ...
- волна στα ελληνικά - πέλαγος, κύμα, μπικουτί, θάλασσα, κύματος, κυμάτων, κύματα, ...
Τυχαίες λέξεις
Прыткий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρήγορος, γοργός, σβέλτος, ζωηρός, γρήγορα, εύστροφος, ωθώ, υποκινώ, γρήγορη, γρήγορο, γρήγορες
Μεταφράσεις: γρήγορος, γοργός, σβέλτος, ζωηρός, γρήγορα, εύστροφος, ωθώ, υποκινώ, γρήγορη, γρήγορο, γρήγορες