Прямой στα ελληνικά

Μετάφραση: прямой, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκέτος, τετράγωνο, αναστηλώνω, δικαίωμα, σκέτο, δεξιός, σωστός, τροφαντός, πεδιάδα, φαλακρός, κάμπος, ντόμπρος, ορθώνω, μπλόφα, απλός, παχουλός, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες
Прямой στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антропология στα ελληνικά - ανθρωπολογία, Ανθρωπολογίας, την ανθρωπολογία, της ανθρωπολογίας, Ανθρωπολογικού
  • выводиться στα ελληνικά - εκκολάπτομαι, άνοιγμα, μπουκαπόρτα, επωάζω, παραγωγή, εξόδου, έξοδο, ...
  • высококачественный στα ελληνικά - υψηλής, υψηλού, μεγάλης, υψηλή, υψηλών
  • дырявый στα ελληνικά - Ιερές τρύπες
Τυχαίες λέξεις
Прямой στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκέτος, τετράγωνο, αναστηλώνω, δικαίωμα, σκέτο, δεξιός, σωστός, τροφαντός, πεδιάδα, φαλακρός, κάμπος, ντόμπρος, ορθώνω, μπλόφα, απλός, παχουλός, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες