Пучок στα ελληνικά

Μετάφραση: пучок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεσμίδα, τσουλούφι, αχτίδα, καδρόνι, αγέλη, συστοιχία, μάτσο, κοπάδι, τούφα, πακέτο, σύμπλεγμα, δέσμη, κλειδαριά, δέμα, σωριάζω, συρρέω, συσσωρεύσει, ομαδοποιούν, συνενώνουν, δέσμες
Пучок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • автоматизм στα ελληνικά - αυτοματισμό, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματισμούς, αυτοματισμών
  • благодарственный στα ελληνικά - πιστοποιητικό, ευχαριστία, δοξολογία, ημέρα των ευχαριστιών, ευχαριστήρια, την ημέρα των ευχαριστιών
  • бучить στα ελληνικά - απότομος, απόκρημνος, απότομη, απότομες, απότομο
  • выругать στα ελληνικά - καταριέμαι, μαλώνω, επιπλήξει, επιπλήξτε, επιπλήξει το, κατσαδιάζω
Τυχαίες λέξεις
Пучок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεσμίδα, τσουλούφι, αχτίδα, καδρόνι, αγέλη, συστοιχία, μάτσο, κοπάδι, τούφα, πακέτο, σύμπλεγμα, δέσμη, κλειδαριά, δέμα, σωριάζω, συρρέω, συσσωρεύσει, ομαδοποιούν, συνενώνουν, δέσμες