Пчельник στα ελληνικά

Μετάφραση: пчельник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μελισσοτροφείο, μελισσοκομείο, μελισσοκομείου, του μελισσοκομείου, το μελισσοκομείο, μελίσσι
Пчельник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ваятель στα ελληνικά - γλύπτης, λαξευτής, γλύπτη, γλύπτρια, του γλύπτη, γλύπτριας
  • градина στα ελληνικά - χαλαζόκοκκος, χαλαζοκόκκων, χαλάζι, χαλαζιού, κόκκο χαλαζιού
  • диффузор στα ελληνικά - διαχύτη, διαχύτης, diffuser, διάχυσης, διαχυτή
  • завидующий στα ελληνικά - ζηλιάρης, ζηλότυπος, ζηλεύει, ζηλέψει, ζηλεύουν
Τυχαίες λέξεις
Пчельник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μελισσοτροφείο, μελισσοκομείο, μελισσοκομείου, του μελισσοκομείου, το μελισσοκομείο, μελίσσι