Пылающий στα ελληνικά
Μετάφραση: пылающий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μακάβριος, φλογερός, φλεγόμενος, φλεγόμενα, φλεγόμενο, φλόγα, φλεγόμενη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- врачебный στα ελληνικά - ιατρικός, ιατρική, ιατρικές, ιατρικής, ιατρικών
- вымереть στα ελληνικά - γίνομαι, αρμόζω, εξαφανιστεί, εκλείψει, εξαφανίζονται, εκλείψουν, να εξαφανιστεί
- грабеж στα ελληνικά - λάφυρα, αρπαγή, λεηλατώ, ληστεία, λεφτά, ράμπα, ληστείας, ...
- жилищный στα ελληνικά - κατοικημένος, οικιστικός, στέγαση, περίβλημα, στέγασης, κατοικιών, περιβλήματος
Τυχαίες λέξεις
Пылающий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μακάβριος, φλογερός, φλεγόμενος, φλεγόμενα, φλεγόμενο, φλόγα, φλεγόμενη
Μεταφράσεις: μακάβριος, φλογερός, φλεγόμενος, φλεγόμενα, φλεγόμενο, φλόγα, φλεγόμενη