Разбивать στα ελληνικά

Μετάφραση: разбивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασκορπίζομαι, κλυδωνίζομαι, μοίρα, κομματιάζω, πέφτω, κοσμικός, κραχ, συντρίβω, προσκρούω, θρυμματίζομαι, διχοτομία, διάλειμμα, διασκορπίζω, εκρήγνυμαι, ραντίζω, διάλλειμα, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο
Разбивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вливание στα ελληνικά - έγχυμα, ένεση, έγχυση, έγχυσης, εγχύσεως, την έγχυση, της έγχυσης
  • восходить στα ελληνικά - αυξάνομαι, βουνό, αύξηση, αναρριχώμαι, όρος, χουρμάς, ημερομηνία, ...
  • добывать στα ελληνικά - βγάζω, μεταλλείο, προκύπτω, απολαβή, αποκτώ, επιφέρω, νταμάρι, ...
  • дылда στα ελληνικά - θρυματιστες
Τυχαίες λέξεις
Разбивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασκορπίζομαι, κλυδωνίζομαι, μοίρα, κομματιάζω, πέφτω, κοσμικός, κραχ, συντρίβω, προσκρούω, θρυμματίζομαι, διχοτομία, διάλειμμα, διασκορπίζω, εκρήγνυμαι, ραντίζω, διάλλειμα, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο