Развалить στα ελληνικά
Μετάφραση: развалить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραβώ, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, τράβηγμα, σπάζω, αποδιοργανώνω, αποδιοργανώνουν, αποπροσανατολίσουν, αποδιοργανώσει, αναστατώνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- борзый στα ελληνικά - ταχεία, γρήγορη, άμεση, ταχείας, την ταχεία
- выезжать στα ελληνικά - φεύγω, παρατάω, παραιτούμαι, αντεπεξέρχομαι, εκπαιδεύω, καταφέρνω, αμαξοστοιχία, ...
- деньги στα ελληνικά - κέρμα, συνάλλαγμα, ώχρα, ανταλλάσσω, δολάριο, μάλαμα, λεφτά, ...
- дерматит στα ελληνικά - δερματίτιδα, δερματίτιδας, δερματίτιδα εξ, δερματίτις, δερματίτιδες
Τυχαίες λέξεις
Развалить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραβώ, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, τράβηγμα, σπάζω, αποδιοργανώνω, αποδιοργανώνουν, αποπροσανατολίσουν, αποδιοργανώσει, αναστατώνω
Μεταφράσεις: τραβώ, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, τράβηγμα, σπάζω, αποδιοργανώνω, αποδιοργανώνουν, αποπροσανατολίσουν, αποδιοργανώσει, αναστατώνω