Развалиться στα ελληνικά
Μετάφραση: развалиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταρρέω, σωριάζομαι, κατάρρευση, κατάρρευσης, πτώση, την κατάρρευση, η κατάρρευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- арбитраж στα ελληνικά - διαιτησία, διαιτησίας, διαιτησίας που, διαιτητικό, διαιτητική
- весовой στα ελληνικά - βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
- воспламенять στα ελληνικά - διεγείρω, εξάπτω, φυτίλι, φιτίλι, ερεθίζω, ανάβω, αναφλέγονται, ...
- вратарь στα ελληνικά - τερματοφύλακας, τερματοφύλακα, αντίπαλο τερματοφύλακα, τον τερματοφύλακα
Τυχαίες λέξεις
Развалиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταρρέω, σωριάζομαι, κατάρρευση, κατάρρευσης, πτώση, την κατάρρευση, η κατάρρευση
Μεταφράσεις: καταρρέω, σωριάζομαι, κατάρρευση, κατάρρευσης, πτώση, την κατάρρευση, η κατάρρευση