Развести στα ελληνικά

Μετάφραση: развести, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωριστός, ιδιαίτερος, χωρίζω, ξεχωριστός, ράτσα, φυλή, αναπαράγονται, αναπαραχθούν, φυλής
Развести στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бор στα ελληνικά - πλήττω, βόριο, βορίου, του βορίου, το βόριο, σε βόριο
  • вычеканенный στα ελληνικά - έγκοιλο
  • гранула στα ελληνικά - κόκκος, κόκκου, κόκκων, κοκκίων, κοκκία
  • доминирование στα ελληνικά - κυριαρχία, κυριαρχίας, την κυριαρχία, της κυριαρχίας, επικράτηση
Τυχαίες λέξεις
Развести στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωριστός, ιδιαίτερος, χωρίζω, ξεχωριστός, ράτσα, φυλή, αναπαράγονται, αναπαραχθούν, φυλής