Разворошить στα ελληνικά
Μετάφραση: разворошить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκορπίζω, διασκορπίζω, διασκορπίζομαι, διασπείρω, να, για, σε, για να, στην
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- будущий στα ελληνικά - μελλοντικός, μετά, επόμενος, αγέννητος, μέλλον, μελλοντική, μελλοντικές, ...
- воспитанный στα ελληνικά - ευγενής, καλούς τρόπους, με καλούς τρόπους, τους φιλικούς, τους φιλικούς τους
- вражий στα ελληνικά - εχθρικός, εχθρικό, εχθρική, εχθρικές, εχθρικά
- вспылить στα ελληνικά - μύγα, πυροβολώ, απολύω, πυρκαγιά, πετώ, φωτιά, εξάπτομαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Разворошить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκορπίζω, διασκορπίζω, διασκορπίζομαι, διασπείρω, να, για, σε, για να, στην
Μεταφράσεις: σκορπίζω, διασκορπίζω, διασκορπίζομαι, διασπείρω, να, για, σε, για να, στην