Разгоряченный στα ελληνικά
Μετάφραση: разгоряченный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφοδρός, βίαιος, καυτός, ζεστός, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
Μεταφράσεις
- аморальность στα ελληνικά - ανηθικότητα, ανηθικότητας, την ανηθικότητα, η ανηθικότητα, της ανηθικότητας
- вручную στα ελληνικά - χειροκίνητα, το χέρι, με το χέρι, μη αυτόματο τρόπο, με μη αυτόματο τρόπο
- вёрстка στα ελληνικά - σχέδιο, διάταξη, διάταξης, διαρρύθμιση, τη διάταξη
- генезис στα ελληνικά - πηγή, προέλευση, γένεση, Genesis, Γένεσης, Γένεσις, τη γένεση
Τυχαίες λέξεις
Разгоряченный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφοδρός, βίαιος, καυτός, ζεστός, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
Μεταφράσεις: σφοδρός, βίαιος, καυτός, ζεστός, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται