Разжаловать στα ελληνικά

Μετάφραση: разжаловать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποβαθμίζω, εξευτελίζω, σπάζω, χαμηλώνω, καθαιρώ, διάλειμμα, ταπεινώνω, αντεπίθεση, διάλλειμα, εκφαυλίζω, ταμίας, προτομή, αποτυχία, στήθος, προτομής, μπούστο
Разжаловать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • въесться στα ελληνικά - τρώω, vestsya
  • выжимка στα ελληνικά - ξεχείλισμα, υπερχείλισης, υπερχείλιση, υπερχειλίσεως, την υπερχείλιση
  • вычесывание στα ελληνικά - χτένα, χτένας, κηρήθρας, χτένι, κτένας
  • генрих στα ελληνικά - αυτεπαγωγής, Henry, Χένρι, Ερρίκος, Χένρυ
Τυχαίες λέξεις
Разжаловать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποβαθμίζω, εξευτελίζω, σπάζω, χαμηλώνω, καθαιρώ, διάλειμμα, ταπεινώνω, αντεπίθεση, διάλλειμα, εκφαυλίζω, ταμίας, προτομή, αποτυχία, στήθος, προτομής, μπούστο