Разносчик στα ελληνικά
Μετάφραση: разносчик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγόρι, γυρολόγος, μικρέμπορος, πλανόδιος πωλητής, μικροπωλητής, γυρολόγου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- высокий στα ελληνικά - οξυδερκής, βαρύς, οξύς, πανύψηλος, αλύγιστος, έντονος, άκαμπτος, ...
- грудастый στα ελληνικά - busty, πρόστυχο, μεγάλο στήθος, με μεγάλο στήθος, το πρόστυχο
- двуликий στα ελληνικά - διπρόσωπος, διπρόσωπη, διπρόσωπο, διπλοπροσωπία, διπρόσωποι
- дыба στα ελληνικά - μέγγενη, βασανιστήριο, ράφι, σχάρα, rack, βασανίσει, ραφιών
Τυχαίες λέξεις
Разносчик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγόρι, γυρολόγος, μικρέμπορος, πλανόδιος πωλητής, μικροπωλητής, γυρολόγου
Μεταφράσεις: αγόρι, γυρολόγος, μικρέμπορος, πλανόδιος πωλητής, μικροπωλητής, γυρολόγου