Рано στα ελληνικά

Μετάφραση: рано, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομα, σύντομος, πρώιμος, νωρίς, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές
Рано στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бег στα ελληνικά - τρέξιμο, ράτσα, τρέχω, λειτουργία, λειτουργίας, τρέχει, διεξαγωγή
  • взбалтывать στα ελληνικά - κινώ, αναδεύω, κινούμαι, κουνώ, σαλεύω, ανακατεύω, ταραχή, ...
  • водорез στα ελληνικά - ψαρόνι, Cutwater
  • ганноверский στα ελληνικά - Hanoverian
Τυχαίες λέξεις
Рано στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομα, σύντομος, πρώιμος, νωρίς, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές