Рассасываться στα ελληνικά
Μετάφραση: рассасываться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφασίζω, διασκορπίζω, διευθετώ, λύνω, επίλυση, επιλύσει, την επίλυση, επιλύσουν, επιλύσετε
Μεταφράσεις
- бахвал στα ελληνικά - θρασύδειλος, νταής, καυχησιάρης, καυχηματίας
- восьмистишие στα ελληνικά - οκτάβα, οκτάβας, της οκτάβας, οκτάβες
- всемеро στα ελληνικά - επτάπλους, επταπλά, επταπλής, εφταπλή, επταπλές
- дошить στα ελληνικά - περατώνω, τέλος, τελειώνω, τερματισμός, doshit
Τυχαίες λέξεις
Рассасываться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφασίζω, διασκορπίζω, διευθετώ, λύνω, επίλυση, επιλύσει, την επίλυση, επιλύσουν, επιλύσετε
Μεταφράσεις: αποφασίζω, διασκορπίζω, διευθετώ, λύνω, επίλυση, επιλύσει, την επίλυση, επιλύσουν, επιλύσετε