Расслабленность στα ελληνικά
Μετάφραση: расслабленность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτόνωση, ξεκούραση, εκνευρισμός, νευρικού τόνου, αποχαύνωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- богослужение στα ελληνικά - εξωκλήσι, λατρεία, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας
- вспыльчивый στα ελληνικά - εμπαθής, βιαστικός, φλογερός, βίαιος, εσπευσμένος, παθιασμένος, εμπρηστικός, ...
- героический στα ελληνικά - ηρωϊκός, ηρωική, ηρωικό, ηρωικές, ηρωικής
- женщина-кондуктор στα ελληνικά - γυναίκα εισπράκτορας, εισπράκτορας
Τυχαίες λέξεις
Расслабленность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτόνωση, ξεκούραση, εκνευρισμός, νευρικού τόνου, αποχαύνωση
Μεταφράσεις: εκτόνωση, ξεκούραση, εκνευρισμός, νευρικού τόνου, αποχαύνωση