Λέξη: διαδρομή
Σχετικές λέξεις: διαδρομή
διαδρομή ελευθερίας, διαδρομή με μμμ, διαδρομή 140, διαδρομή 550, διαδρομή 608, διαδρομή 049, διαδρομή τραμ, διαδρομή τρόλεϊ 20, διαδρομή 040, διαδρομή μετρό, η διαδρομή
Συνώνυμα: διαδρομή
τρόπος, δρόμος, οδός, μέσο, πέρασμα, ταξίδι, περιοδεία, παραπάτημα, πορεία, σειρά μαθημάτων, φαγητό, αδοιπορία
Μεταφράσεις: διαδρομή
διαδρομή στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
route, path, journey, trip, way, course
διαδρομή στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
senda, recorrido, sendero, calle, trayecto, vereda, camino, ruta, itinerario, carretera, vía, la ruta
διαδρομή στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pfad, route, straße, zweig, marschroute, weg, leitung, steg, richtung, bahn, strecke, Route, Weg, Strecke, Routen
διαδρομή στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
course, acheminement, parcours, route, sphère, tracé, chemin, sente, trajet, itinéraire, ligne, voie, sentier, trajectoire
διαδρομή στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
viottolo, strada, percorso, rotta, via, cammino, itinerario, sentiero, route
διαδρομή στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
caminho, senda, vereda, estrada, patente, levantar, via, estradas, rota, trilho, percurso, rota de
διαδρομή στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
baanvlak, pad, weg, tracé, paadje, reisplan, route, de route, traject, route van
διαδρομή στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тропинка, траектория, просека, аллея, стезя, шоссе, улица, авиалиния, дорога, дорожка, большак, тропа, тракт, курс, путь, маршрут, маршрута, маршруту, трасса
διαδρομή στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rute, vei, gangsti, veg, sti, ruten, ruteplan
διαδρομή στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stig, sträcka, bana, väg, rutt, rutten, vägbeskrivning
διαδρομή στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ura, kulkuväylä, polku, reitti, tie, linja, rata, kulkureitti, reitin, välillä, reittiä, reitillä
διαδρομή στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sti, rute, vej, ruten, hvilken rute
διαδρομή στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
trajektorie, cesta, cestička, spoj, trať, trasa, pěšina, dráha, chodník, trasu, trasy, tras
διαδρομή στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
marszruta, szlak, bieżnia, tor, dróżka, ścieżka, ciąg, ciek, trasa, droga, trasę, trasy
διαδρομή στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
útirány, kerékpárút, menetparancs, útvonal, útvonalon, útvonalat, az útvonalat, útvonalon végigrepüljön
διαδρομή στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
patika, cadde, yol, rota, güzergah, hattın, route
διαδρομή στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
маршрут, траєкторія, шлях, траса, путь, тропа, стежина, доріжка, стезя
διαδρομή στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shteg, rrugë, rruga, rrugës, rruga e, rrugë e
διαδρομή στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
маршрут, път, маршрута, начин, пътя
διαδρομή στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дарога, шлях, сьтежачка, краiна, маршрут
διαδρομή στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suunama, tee, rada, marsruut, suund, marsruudi, liinil, marsruudil
διαδρομή στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
staza, uputiti, put, trase, trasa, putanja, pravac, šetalište, ruta, rute
διαδρομή στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gata, slóð, braut, leið, Leiðin, íkomuleið, leiðinni, leið til
διαδρομή στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
via
διαδρομή στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
maršrutas, takas, kelias, maršrutą, maršruto, trasa
διαδρομή στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ceļš, maršruts, taka, maršrutu, maršruta, trase
διαδρομή στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пат, рута, траса, патот, трасата
διαδρομή στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cale, cărare, traseu, trecere, rută, ruta
διαδρομή στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
steza, pot, cesta, poti, pot se, proga, način
διαδρομή στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
linka, cesta, chodníček, cestička, cestu, spôsob, cesty