Расстройство στα ελληνικά
Μετάφραση: расстройство, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αθετώ, παραβίαση, αρρώστια, παράβαση, αποσκίρτηση, πάθηση, διαταραχή, ενόχληση, παραβιάζω, αταξία, προσβολή, ακαταστασία, σύγχυση, αδίκημα, ρήγμα, κατάρρευση, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- болтунья στα ελληνικά - φαφλατάς, πολυλογάς, κουτσομπόλης
- виновен στα ελληνικά - ένοχος, ένοχοι, ένοχο, ένοχη, ενοχή
- водитель-лихач στα ελληνικά - καυτή μέρα, καύσωνα, scorcher, καίων, μέγας καύσων
- галдящий στα ελληνικά - θορυβώδης, θορυβώδη, θορυβώδες, θορυβώδεις, θόρυβο
Τυχαίες λέξεις
Расстройство στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αθετώ, παραβίαση, αρρώστια, παράβαση, αποσκίρτηση, πάθηση, διαταραχή, ενόχληση, παραβιάζω, αταξία, προσβολή, ακαταστασία, σύγχυση, αδίκημα, ρήγμα, κατάρρευση, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
Μεταφράσεις: αθετώ, παραβίαση, αρρώστια, παράβαση, αποσκίρτηση, πάθηση, διαταραχή, ενόχληση, παραβιάζω, αταξία, προσβολή, ακαταστασία, σύγχυση, αδίκημα, ρήγμα, κατάρρευση, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές