Растравлять στα ελληνικά
Μετάφραση: растравлять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρενοχλώ, ενοχλώ, ερεθίζω, αναζωογονώ, αναβιώνω, πίκρανση, πικραίνω, πικράνει, πικράνουν, πικραίνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- англо-индиец στα ελληνικά - αγγλο-
- геополитический στα ελληνικά - γεωπολιτική, γεωπολιτικό, γεωπολιτικές, γεωπολιτικής, γεωπολιτικά
- гомон στα ελληνικά - σαματάς, ρακέτα, θόρυβος, πάταγος, σάλος, βαβούρα, χαλασμός, ...
- евгенический στα ελληνικά - καλλιγενικός, ευγονικούς, ευγονικό, ευγονικής, ευγονικών
Τυχαίες λέξεις
Растравлять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρενοχλώ, ενοχλώ, ερεθίζω, αναζωογονώ, αναβιώνω, πίκρανση, πικραίνω, πικράνει, πικράνουν, πικραίνουν
Μεταφράσεις: παρενοχλώ, ενοχλώ, ερεθίζω, αναζωογονώ, αναβιώνω, πίκρανση, πικραίνω, πικράνει, πικράνουν, πικραίνουν