Растущий στα ελληνικά

Μετάφραση: растущий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυνατός, μισοφέγγαρο, ημισέληνος, πανύψηλος, αυξανόμενη, αυξανόμενες, αυξάνεται, αυξανόμενο, αναπτυσσόμενη
Растущий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вникать στα ελληνικά - πηγαίνω, διεισδύουν, διεισδύσουν, διεισδύσει, διαπεράσει, διαπερνούν
  • вскипание στα ελληνικά - αναβρασμός, αναβρασμό, αναβρασμού, ο αναβρασμός, αφρισμού
  • газовщик στα ελληνικά - Gasman
  • догонять στα ελληνικά - ξεπερνώ, προσπερνώ, προσπεράσει, προσπεράσεις, προσπέραση, ξεπεράσει, ξεπεράσει την
Τυχαίες λέξεις
Растущий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυνατός, μισοφέγγαρο, ημισέληνος, πανύψηλος, αυξανόμενη, αυξανόμενες, αυξάνεται, αυξανόμενο, αναπτυσσόμενη