Расчленение στα ελληνικά
Μετάφραση: расчленение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρήξη, διαμελισμός, διαμελισμό, διαμελισμού, dismemberment, ο διαμελισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- актерский στα ελληνικά - δραματικός, δραματική, δραματικές, δραματικό, δραματικά
- выигрышный στα ελληνικά - επικερδής, πλεονεκτικός, νίκης, νίκη, κερδίζοντας, κερδίζει, τη νίκη
- глупый στα ελληνικά - μουντός, παράλογος, χαζός, πληκτικός, αθώος, κουτός, βαρετός, ...
- гречка στα ελληνικά - φαγόπυρο, το φαγόπυρο, φαγόπυρου, μαύρου σιταριού, του φαγόπυρου
Τυχαίες λέξεις
Расчленение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρήξη, διαμελισμός, διαμελισμό, διαμελισμού, dismemberment, ο διαμελισμός
Μεταφράσεις: ρήξη, διαμελισμός, διαμελισμό, διαμελισμού, dismemberment, ο διαμελισμός