Расщепиться στα ελληνικά

Μετάφραση: расщепиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διχοτομία, μοιράζω, μοίρα, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
Расщепиться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • азотный στα ελληνικά - άζωτο, αζώτου, του αζώτου, σε άζωτο, από άζωτο
  • гибнет στα ελληνικά - πεθαίνει, μήτρες, πεθάνει, αποβιώσει, θανάτου
  • гомеопатия στα ελληνικά - ομοιοπαθητική, ομοιοπαθητικής, η ομοιοπαθητική, την ομοιοπαθητική, της ομοιοπαθητικής
  • жена στα ελληνικά - γυναίκα, σύζυγος, σύζυγό, τη σύζυγό, τη γυναίκα
Τυχαίες λέξεις
Расщепиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διχοτομία, μοιράζω, μοίρα, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη