Редеть στα ελληνικά

Μετάφραση: редеть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αραιώνω, αραιός, λιγνός, ψιλός, ερημώνω, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
Редеть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • барс στα ελληνικά - πάνθηρας, ουγκιά, λεοπάρδαλη, leopard, λεοπάρδαλης, λεοπάρ
  • благозвучный στα ελληνικά - ηχηρός, ευφωνικός, ευφωνική
  • выточить στα ελληνικά - τρίζω, λιώνω, αγγαρεία, αλέθω, κόβω, χαράζω, σκαλίζω, ...
  • дизайнер στα ελληνικά - σχεδιαστής, σχεδιαστή, σχεδιαστών, designer, επώνυμα
Τυχαίες λέξεις
Редеть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αραιώνω, αραιός, λιγνός, ψιλός, ερημώνω, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές