Референт στα ελληνικά
Μετάφραση: референт, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπειρογνώμων, αναγνώστης, βοηθός, ειδικός, εμπειρογνώμονας, αναφερόμενο, αντικείμενο αναφοράς, referent, αναφερόμενου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- валлон στα ελληνικά - Βαλλονίας, της Βαλλονίας, Βαλονίας, Βαλλωνία, Βαλλωνική
- внебрачный στα ελληνικά - νόθος, παράνομη, παράνομες, παράνομο, παράνομου
- вызубрить στα ελληνικά - vyzubrit
- жилплощадь στα ελληνικά - στεγαστικός, στέγαση, κατοικία, κατοικίας, οικιστικές, στέγασης, οικιστικών
Τυχαίες λέξεις
Референт στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμων, αναγνώστης, βοηθός, ειδικός, εμπειρογνώμονας, αναφερόμενο, αντικείμενο αναφοράς, referent, αναφερόμενου
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμων, αναγνώστης, βοηθός, ειδικός, εμπειρογνώμονας, αναφερόμενο, αντικείμενο αναφοράς, referent, αναφερόμενου