Ртуть στα ελληνικά
Μετάφραση: ртуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υδράργυρος, υδραργύρου, υδράργυρο, τον υδράργυρο, του υδραργύρου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автономный στα ελληνικά - αυτόνομος, αυτόνομη, αυτόνομων, αυτόνομα, αυτόνομες, αυτόνομο
- аккумулирование στα ελληνικά - αποθήκευση, συσσώρευση, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συγκέντρωση, σώρευση
- биосфера στα ελληνικά - βιόσφαιρα, βιόσφαιρας, της βιόσφαιρας, τη βιόσφαιρα, στη βιόσφαιρα
- вахлак στα ελληνικά - φερέγγυος, εχέγγυος, vahlak
Τυχαίες λέξεις
Ртуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υδράργυρος, υδραργύρου, υδράργυρο, τον υδράργυρο, του υδραργύρου
Μεταφράσεις: υδράργυρος, υδραργύρου, υδράργυρο, τον υδράργυρο, του υδραργύρου