Рубиться στα ελληνικά

Μετάφραση: рубиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάχομαι, μάχη, καταπολεμώ, ψιλοκομμένο, ψιλοκομμένα, τεμαχισμένα, ψιλοκομμένες, ψιλοκομμένη
Рубиться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аэронавт στα ελληνικά - αεροναύτης, αεροπόρος
  • беспеременный στα ελληνικά - αμετάβλητος, αμετάβλητη, αμετάβλητα, πάγια, αμετάβλητο
  • вертушка στα ελληνικά - σβούρα, μύλος
  • даммара στα ελληνικά - dammar
Τυχαίες λέξεις
Рубиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάχομαι, μάχη, καταπολεμώ, ψιλοκομμένο, ψιλοκομμένα, τεμαχισμένα, ψιλοκομμένες, ψιλοκομμένη