Рутинный στα ελληνικά
Μετάφραση: рутинный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντηρητικός, ρουτίνα, ρουτίνας, συνήθεις, συνήθη, συνήθων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бодрость στα ελληνικά - σφρίγος, γενναιότητα, θάρρος, φρεσκάδα, φαιδρότητα, κέφι, ευθυμία, ...
- взвиться στα ελληνικά - ορθώνομαι, ανατέλλω, αύξηση, αυξάνομαι, vzvitsya
- годичный στα ελληνικά - ετήσια, ετήσιος, ετησίως, ετήσιες, ετήσιο, ετήσιας
- женщина στα ελληνικά - κορίτσι, γυναίκα, κυρία, σύζυγος, θηλυκός, κότα, γυναίκας, ...
Τυχαίες λέξεις
Рутинный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντηρητικός, ρουτίνα, ρουτίνας, συνήθεις, συνήθη, συνήθων
Μεταφράσεις: συντηρητικός, ρουτίνα, ρουτίνας, συνήθεις, συνήθη, συνήθων