Λέξη: παρωδία

Σχετικές λέξεις: παρωδία

παρωδία πρωταγωνιστές, παρωδία της επιστολής τσίπρα κάνει το γύρο του facebook, παρωδία οδύσσειας, παρωδία ορισμός, παρωδία της ιλιάδας, παρωδία στη λογοτεχνία, παρωδία λεξικό, παρωδία ιλιάδα, παρωδία του βίντεο με το πρώτο φιλί, παρωδία 300

Συνώνυμα: παρωδία

σατιρικό σκετς, μικρή κωμωδία, δραμάτιο, κοροϊδία, εμπαιγμός, χλεύη, διακωμώδηση, γελοία παράσταση, καρικατούρα, γελοιογραφία

Μεταφράσεις: παρωδία

παρωδία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
parody, mockery, travesty, skit, caricature

παρωδία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
burla, mofa, parodia, la parodia, parodiar, parodia de, parodia del

παρωδία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
spott, spötterei, parodie, hohn, Parodie, parodieren, Parodie auf

παρωδία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
parodie, moquerie, goguenardise, persiflage, parodier, raillerie, risée, la parodie, parodique, parodie de

παρωδία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
parodia, la parodia, parody, parodia di, parodiare

παρωδία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
paródia, da paródia, parody, paródia do, paródia da

παρωδία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanfluiting, spot, parodie, parodie op, de parodie, parodie van, parody

παρωδία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пародия, карикатура, насмешка, издевательство, высмеивание, глумление, издевка, посмешище, осмеяние, пародией, пародии, пародию, пародия на

παρωδία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hån, parodi, parodien, parody

παρωδία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hån, parodi, parodin, parody

παρωδία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
parodia, pilkka, parodiaa, parodiassa, parodian

παρωδία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
parodi, parodien, parodisk, parody

παρωδία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
posměch, výsměch, parodie, parodii, parodií, parodie na, parody

παρωδία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
parodia, kpina, szyderstwo, urągowisko, drwina, wyśmiewanie, kpiarstwo, parodią, parodii, parodię, parody

παρωδία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csúfolás, porhintés, gúnyolás, majmolás, kifigurázás, travesztia, paródia, paródiája, a paródia, paródiáját

παρωδία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alay, parodi, parodisi, parody, bir parodi, parodisidir

παρωδία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
висміювання, пародія, пародия

παρωδία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
parodi, imitim i keq, parody, imitim i keq i, imitim

παρωδία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
посмешище, пародия, пародията, пародийно, пародира

παρωδία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пародыя

παρωδία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
narrimine, paroodia, pila, paroodias, paroodiat, parody

παρωδία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ismijavanje, sprdnja, ruganje, parodija, iskrivljavanje, ruglo, parodirati, parodiju, parodijom, parodije, parodiji

παρωδία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
háð, skopstæling, er skopstæling

παρωδία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
parodija, parody, parodiją, parodijų

παρωδία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
izsmiekls, parodija, parodiju, jautra parodija, parodīja multfilmai

παρωδία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пародија, пародијата, пародиски, пародија на

παρωδία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
zeflemea, parodie, parodia, Parodii, parodiei, parody

παρωδία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
parodija, parody, parodije, parodijo, Iskrivljavanje

παρωδία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
výsmech, paródia, paródie, parodie, parodia, paródiu
Τυχαίες λέξεις