Свергнуть στα ελληνικά

Μετάφραση: свергнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπατάρω, ανατροπή, ρίχνω, πετώ, ξεφορτώνομαι, αναποδογυρίζω, παύω, εκθρονίζω, καθαιρέσει, καθαιρέσουν, καθαιρέσουν τον
Свергнуть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспощадный στα ελληνικά - ανελέητος, άγριος, άσπλαχνος, σκληρός, βάρβαρος, αδίστακτος, ανηλεής, ...
  • бурно στα ελληνικά - θυελλώδης, πρόχειρα, πολυτάραχος, περίπου, χονδρικά, προσέγγιση, σχεδόν, ...
  • взрослый στα ελληνικά - ενήλικος, ενήλικας, συνεχής, αδιάκοπος, μεγαλώσει, μεγάλωσε, αναπτύχθηκαν, ...
  • диффундировать στα ελληνικά - διάχυτο, διαχέονται, διαχέεται, διαχυθεί, διάχυτη
Τυχαίες λέξεις
Свергнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπατάρω, ανατροπή, ρίχνω, πετώ, ξεφορτώνομαι, αναποδογυρίζω, παύω, εκθρονίζω, καθαιρέσει, καθαιρέσουν, καθαιρέσουν τον