Λέξη: εκτόξευση
Σχετικές λέξεις: εκτόξευση
εκτόξευση πυραύλου video, εκτόξευση δορυφόρων, εκτόξευση διαστημικού λεωφορείου, εκτόξευση μετάφραση, εκτόξευση πυραύλου, εκτόξευση διαστημόπλοιου, εκτόξευση του συριζα σε νέα δημοσκόπηση, εκτόξευση δορυφόρου, εκτόξευση s300, εκτόξευση συριζα
Συνώνυμα: εκτόξευση
μεγάλη λέμβος, πλοιάριο
Μεταφράσεις: εκτόξευση
εκτόξευση στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
launching, launch, jet, firing
εκτόξευση στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lanzamiento, de lanzamiento, lanzamiento de, el lanzamiento, puesta en marcha
εκτόξευση στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hochstart, lancierend, eröffnung, start, gründung, Einführung, Start, Lancierung, Markteinführung
εκτόξευση στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lancement, déclenchement, introduction, lançant, lancer, lance, le lancement, lancement de
εκτόξευση στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
varo, lanciare, lancia, lancio, di lancio
εκτόξευση στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lançamento, de lançamento, o lançamento, lançamento de, lançamento do
εκτόξευση στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lancering, lanceren, start, introductie, de lancering
εκτόξευση στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
запуск, запуска, пуск, старт, старта
εκτόξευση στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lansering, lanseringen, lanserings, lansere, lansert
εκτόξευση στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lanseringen, lansering, lansera, lanserings, starten
εκτόξευση στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
käynnistää, käynnistäminen, laukaisussa, käynnistämisen, käynnistämistä
εκτόξευση στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lanceringen, lancering, iværksættelsen, iværksættelse, start
εκτόξευση στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vypuštění, spuštění, spustit, zahájení, start
εκτόξευση στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szalupa, uruchomić, uruchomienie, rozpoczęcie, uruchomienia
εκτόξευση στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
dob, elindítása, bevezetése, elindítását, indítása
εκτόξευση στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
başlatmak, başlatma, fırlatma, lansmanı, lansman
εκτόξευση στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
баркаси, запуск
εκτόξευση στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lëshim, nisur, nisë, nisjen, të fillojë
εκτόξευση στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хвърлям, катер, старта, стартирането, стартиране
εκτόξευση στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
запуск
εκτόξευση στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
üleslennutamine, vettelaskmine, start, kaater, käivitada, käivitamist, käivitamine, käivitamise
εκτόξευση στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ispaljivanje, lansiranje, lansirati, pokretanje, pokrenuti, lansiranja
εκτόξευση στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sjósetja, ráðast, ræst, hefja, ræsa
εκτόξευση στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pradėti, paleidimo, pradžia, paleidimas, pradžios
εκτόξευση στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ieviešana, debija, sākt, uzsākt, uzsākšana, uzsākšanu, palaišanas
εκτόξευση στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лансирање, почеток, лансирањето, лансирање на, започнувањето
εκτόξευση στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
debut, lansa, lansare, lansarea, de lansare, lansării
εκτόξευση στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
začetek, lansiranje, izstrelitev, zagon, uvedba
εκτόξευση στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
spustenie, spustení, spustenia, spusteniu, spustiť
Τυχαίες λέξεις