Свидетельство στα ελληνικά

Μετάφραση: свидетельство, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδείξεις, απόδειξη, πιστοποιητικό, στοιχεία, κατάθεση, μαρτυρώ, δίπλωμα, μαρτυρία, μάρτυρας, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
Свидетельство στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • болт στα ελληνικά - βιδώνω, βίδα, αφηνιάζω, μπουλόνι, κοχλία, κοχλίας, μπουλονιού
  • вика στα ελληνικά - βίκος, λαθούρι, βίκου, βίκο, ο βίκος
  • гомерический στα ελληνικά - ομηρικός, ομηρικά, ομηρική, ομηρικό, ομηρικών
  • дендрарий στα ελληνικά - δενδροκομείο, Arboretum, δενδρολογικό κήπο, βοτανικού κήπου, δενδρολογικός κήπος
Τυχαίες λέξεις
Свидетельство στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδείξεις, απόδειξη, πιστοποιητικό, στοιχεία, κατάθεση, μαρτυρώ, δίπλωμα, μαρτυρία, μάρτυρας, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό