Сгибать στα ελληνικά
Μετάφραση: сгибать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρτώνω, καμπυλώνεται, γέρνω, σκύβω, διπλώνω, λυγίζω, φιόγκος, κόμπος, στροφή, μανιβέλα, κάμπτω, καμπύλη, πτυχή, καμπυλώνω, τόξο, ζαρώνω, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безлюдный στα ελληνικά - ακατοίκητος, μόνος, έρημη, ερημική, εγκαταλελειμμένο, ερημικές, ερειπωμένο
- благодушие στα ελληνικά - χιούμορ, αυταρέσκεια, εφησυχασμό, εφησυχασμού, εφησυχασμός, ο εφησυχασμός
- вечер στα ελληνικά - ψυχαγωγία, βράδι, παρέα, παραμονή, βράδυ, νύχτα, συμβαλλόμενος, ...
- ганноверский στα ελληνικά - Hanoverian
Τυχαίες λέξεις
Сгибать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρτώνω, καμπυλώνεται, γέρνω, σκύβω, διπλώνω, λυγίζω, φιόγκος, κόμπος, στροφή, μανιβέλα, κάμπτω, καμπύλη, πτυχή, καμπυλώνω, τόξο, ζαρώνω, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Μεταφράσεις: κυρτώνω, καμπυλώνεται, γέρνω, σκύβω, διπλώνω, λυγίζω, φιόγκος, κόμπος, στροφή, μανιβέλα, κάμπτω, καμπύλη, πτυχή, καμπυλώνω, τόξο, ζαρώνω, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής