Сгусток στα ελληνικά
Μετάφραση: сгусток, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βώλος, πήζω, σύμπλεγμα, συστοιχία, κέικ, συγκέντρωση, θρόμβος, θρόμβου, θρόμβο, θρόμβων, πήξη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- архаизм στα ελληνικά - αρχαϊσμός, αρχαϊσμό, αρχαϊσμού, τον αρχαϊσμό, έναν αρχαϊσμό
- временно στα ελληνικά - προσωρινά, προσωρινή, την προσωρινή, προσωρινώς, προσωρινής
- встряхнуться στα ελληνικά - σαλεύω, κουνώ, κινούμαι, κινώ, καταβάλλω προσπάθεια, κινούμαι ζωηρά
- дизель στα ελληνικά - ντίζελ, ντήζελ, diesel, πετρελαιοκινητήρες, το ντίζελ
Τυχαίες λέξεις
Сгусток στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βώλος, πήζω, σύμπλεγμα, συστοιχία, κέικ, συγκέντρωση, θρόμβος, θρόμβου, θρόμβο, θρόμβων, πήξη
Μεταφράσεις: βώλος, πήζω, σύμπλεγμα, συστοιχία, κέικ, συγκέντρωση, θρόμβος, θρόμβου, θρόμβο, θρόμβων, πήξη