Скаут στα ελληνικά

Μετάφραση: скаут, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανιχνεύω, πρόσκοπος, ανιχνευτής, κατοπτεύω, προσκόπων, scout
Скаут στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • асептический στα ελληνικά - στείρος, άγονος, άσηπτη, ασηπτικές, ασηπτική, άσηπτης, άσηπτες
  • бессердечие στα ελληνικά - απανθρωπιά, σκληρότητα, σκληρότητας, τη σκληρότητα, βαναυσότητα, αγριότητα
  • бланманже στα ελληνικά - γλυκό, πηκτή
  • высь στα ελληνικά - ύψος, ύψους, το ύψος, ύψος του, του ύψους
Τυχαίες λέξεις
Скаут στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανιχνεύω, πρόσκοπος, ανιχνευτής, κατοπτεύω, προσκόπων, scout